Αἰτναῖαι

Αἰτναῖαι
Αἰτναῖος
of
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Αίτνα — I Ενεργό ηφαίστειο της νότιας Ιταλίας, του οποίου ο κώνος (3.340 μ.) υψώνεται κοντά στην ανατολική ακτή της Σικελίας, Β ΒΔ της Κατάνης. Οι διαδοχικές εκρήξεις του έχουν δημιουργήσει πολλούς ηφαιστειακούς κρατήρες, από τους οποίους διατηρούνται… …   Dictionary of Greek

  • Ιέρων — I Όνομα δύο τυράννων των Συρακουσών. 1. Ι. Α’ (; – 467 π.Χ.). Τύραννος των Συρακουσών (478 467 π.Χ.). Ήταν νεότερος αδελφός του Γέλωνα, από τον οποίο παρέλαβε αρχικά τη διακυβέρνηση της Γέλας και αργότερα τον διαδέχθηκε. Το 474 π.Χ. εγκατέστησε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”